Του Νίκου Στέλγια
Πολλοί είναι αυτοί που αναρωτιούνται για την τροπή των εξελίξεων στην Τουρκία. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Ευρώπη ξεχωρίζουν δύο σχολές σκέψης. Μετά τη φυλάκιση του Δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, μια σχολή προβάλλει την άποψη ότι ο «πανίσχυρος» Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ελέγχει την κατάσταση. Σύμφωνα με τους οπαδούς αυτής της οπτικής γωνίας, οι κινητοποιήσεις της αντιπολίτευσης δεν πρόκειται να φέρουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα και ο Πρόεδρος της Τουρκίας, σε συνεργασία με το εθνικιστικό κίνημα, θα διαιωνίσει την εξουσία του. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης αναφέρονται στην Υπόθεση Γκεζί και σε πολιτικούς αναβρασμούς προηγούμενων περιόδων, σημειώνοντας ότι στο τέλος της ημέρας ο Ερντογάν κατάφερε να αναδειχθεί «νικητής» από αυτές τις δοκιμασίες.
Μια άλλη σχολή σκέψης προβάλλει αντίθετη άποψη. Από τη δική της οπτική γωνία, τις τελευταίες δέκα ημέρες η Τουρκία έχει γυρίσει σελίδα και πλέον οδεύει προς αλλαγή καθεστώτος. Υπό την πίεση της αντιπολίτευσης και της επιδείνωσης της οικονομίας, αργά ή γρήγορα θα έρθει το τέλος της διακυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ).
Αν ρίξουμε μια ματιά στη σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας και εξετάσουμε τις περιόδους αλλαγών στην εξουσία, βλέπουμε ότι οι παραπάνω δύο οπτικές γωνίες παρουσιάζουν σημαντικά «κενά» και προβλήματα. Ξεκινώντας με την τελευταία, την «επαναστατική σχολή», θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, με λίγες εξαιρέσεις, οι αλλαγές στην εξουσία της χώρας ήταν αποτελέσματα μακροχρόνιων διαδικασιών. Η ωρίμανση των συνθηκών για την ανατροπή των πολιτικών δεδομένων ήρθε μέσα από μακροχρόνιες, επώδυνες διαδικασίες. Για την ανατροπή του απολυταρχισμού του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β' χρειάστηκαν περίπου τρεις δεκαετίες. Και ακόμη στην πιο «επαναστατική» φάση της ανατροπής, την περίοδο 1908-1909, σε μια περίοδο που τα αστικά στοιχεία των διάφορων εθνοτήτων και ο στρατός βρίσκονταν σε εγρήγορση για μετάβαση σε καθεστώς συνταγματικής μοναρχίας, το καθεστώς του Αμπντούλ Χαμίτ Β' κατάφερε να προβάλλει σοβαρή αντίσταση κινητοποιώντας τα συντηρητικά στοιχεία της Κωνσταντινούπολης. Παρόμοια ήταν και τα δεδομένα την περίοδο του απελευθερωτικού αγώνα και των πραξικοπημάτων του 1960 και του 1980. Για τη μετάβαση από την Αυτοκρατορία στη Δημοκρατία, η χώρα έπρεπε να διανύσει την περίοδο του πολέμου της ανεξαρτησίας επιστρατεύοντας όλες τις εναπομείνασες σουνιτικές-τουρκικές κοινωνικές δυνάμεις της Ανατολίας. Για το πρώτο, πραγματικά φιλελεύθερο Σύνταγμα του 1961 (Σημείωση: Το Σύνταγμα είναι του 1961, μετά το πραξικόπημα του 1960), χρειάστηκαν δεκαετίες αυταρχισμού με αποκορύφωμα το καθεστώς Μεντερές. Και το πραξικόπημα του 1980 (ανεξάρτητα από το πόσο καταδικαστέο είναι κάθε είδους πραξικόπημα) ήταν προϊόν διεργασιών 20 ολόκληρων ετών. Με λίγα λόγια, η αλλαγή καθεστώτων στην Τουρκία δεν είναι εύκολη και «γρήγορη» υπόθεση, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες της περιοχής.
Το γεγονός ότι τα αυταρχικά και, από πολλές απόψεις, αναποτελεσματικά πολιτικά καθεστώτα στην Τουρκία δεν ανατρέπονται από τη μια ημέρα στην άλλη, ωστόσο, δεν πρέπει να μας οδηγεί σε λανθασμένα ή πρόωρα συμπεράσματα. Και τούτο διότι, σε αντίθεση με την προαναφερόμενη πρώτη σχολή σκέψης, στην Τουρκία έχουν αρχίσει πλέον να αναδύονται προϋποθέσεις για μια νέα, (προ)επαναστατική μετάβαση (ενδεχομένως να βρισκόμαστε ακόμη σε πρώιμη φάση). Επεξηγούμε:
Τα δεδομένα στη διεθνή σκηνή αλλάζουν με ραγδαίους ρυθμούς. Για την ώρα, το δίδυμο Χακάν Φιντάν – Ιμπραχίμ Καλίν (πρώην ΥΠΕΞ και αρχηγός μυστικών υπηρεσιών αντιστοίχως, νυν σε άλλες θέσεις κλειδιά) καταβάλλουν τιτάνιες προσπάθειες για να προλάβουν τις εξελίξεις σε πολλά ανοιχτά μέτωπα. Ωστόσο, όπως επεσήμανε στον συγγραφέα αυτού του σύντομου άρθρου ένας πρώην, έμπειρος Τούρκος διπλωμάτης, «παρασκηνιακά πληθαίνουν τα μηνύματα και οι ενδείξεις που θέλουν την Άγκυρα να δυσκολεύεται να εξισορροπήσει ανάμεσα στο δόγμα της περιφερειακής, μεσαίας δύναμης και στις νέες πραγματικότητες στην περιοχή (βλπ. πρόσφατη συνάντηση ΥΠΕΞ ΗΠΑ και Τουρκίας)».
Για την επιδείνωση της τουρκικής οικονομίας, έχω την εντύπωση ότι δεν χρειαζόμαστε εκτενή ανάλυση. Απλώς να υπενθυμίσουμε: Την περίοδο του Γκεζί, η ισοτιμία ενός δολαρίου/ευρώ αντιστοιχούσε περίπου σε δύο λίρες. Σήμερα η αντιστοιχία έχει ξεπεράσει τις 40 μονάδες (δηλ. 1 δολάριο/ευρώ = 40+ λίρες).
Εκτενή ανάλυση δεν χρειαζόμαστε πλέον ούτε για την πολιτική αστάθεια στο εσωτερικό της χώρας. Εκτός από την αξιωματική αντιπολίτευση, δεκάδες κόμματα της αντιπολίτευσης (ανάμεσά τους κόμματα με ποσοστά της τάξης του 6% και 5%), μεγάλες μερίδες της κοινωνίας, της αστικής τάξης διαδηλώνουν καθημερινά κατά της κυβέρνησης.
Όσο και αν δεν φαίνεται από «έξω», αναβρασμός επικρατεί και στις τάξεις του τουρκικού στρατού. Η πρόσφατη απομάκρυνση νέων, κεμαλιστών αξιωματικών από το στράτευμα φαίνεται πως είναι η κορυφή του παγόβουνου. Αν επαληθευτούν οι πληροφορίες που θέλουν διάφορες ομάδες και θρησκευτικά τάγματα να συγκρούονται στο εσωτερικό του στρατού σε καθημερινή βάση, θα αποδειχθεί ότι η κατάσταση παραμένει άκρως σοβαρή.
Και μια τελευταία σημείωση (αν και η συγκεκριμένη λίστα θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη): Εκατομμύρια νέοι Τούρκοι, που δίνουν μάχη με την ακρίβεια, την αβεβαιότητα και την ανεργία, εξακολουθούν να «κυνηγούν» ευκαιρίες στη Δύση. Στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Άγκυρα τα φροντιστήρια ξένων γλωσσών λειτουργούν σε εντατικούς ρυθμούς για να ανταποκριθούν στα αιτήματα νέων επιστημόνων που οραματίζονται πλέον ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό.
Εν συντομία λοιπόν, τα προαναφερόμενα θα μπορούσαν να μας προϊδεάζουν για την άφιξη στην Τουρκία μιας «προεπαναστατικής» περιόδου. Ωστόσο, όπως μας διδάσκει η ιστορία, η ωρίμανση των συνθηκών για την τελική αλλαγή ενδέχεται να έρθει σε βάθος χρόνου, ακόμη και μέσα από το φυσιολογικό τέλος (απόσυρση από τη πολιτική σκηνή ή ακόμη και θάνατο) πολιτικών προσωπικοτήτων. Είναι σίγουρο ότι το σημερινό καθεστώς θα επιχειρήσει να κρατηθεί στην εξουσία «με νύχια και με δόντια» για να περιφρουρήσει τα «κέρδη» (πολιτικά αλλά και οικονομικά) των τελευταίων δεκαετιών. Και αυτή η αντίσταση αναμφισβήτητα θα περιπλέξει τις εξελίξεις.
Παραμένει αναπάντητο ένα κρίσιμο ερώτημα: Αν αργά ή γρήγορα, με στόχο τον έλεγχο των εξελίξεων σε πολλά μέτωπα (λ.χ. στην οικονομία και στους δρόμους), η Τουρκία οδεύσει προς αλλαγή πολιτεύματος (ακόμη και ο ίδιος ο Πρόεδρος Ερντογάν αναφέρεται πλέον στην ανάγκη της μετάβασης σε ένα νέο πολίτευμα, φυσικά για τους δικούς του λόγους), αυτή η αλλαγή με ποιον τρόπο θα λάβει χώρα; Μέσα από την εκλογική δημοκρατία, η οποία σήμερα μοιάζει με πλοίο που μπάζει νερά από πολλά σημεία (ενδεχομένως σε συνδυασμό με την ανασυγκρότηση των συντηρητικών και εθνικιστικών δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της σημερινής άρχουσας τάξης στο σύνολο της), ή μέσα από μια νέα επαναστατική «ανωμαλία»; Για την ώρα, αυτό το ερώτημα παραμένει αναπάντητο.